Ο αγώνας δεν είναι μόνο στο μέτωπο της οικονομίας, καθώς προσπαθούμε να τηρήσουμε τις δεσμεύσεις μας στο πλαίσιο της διεθνούς συμφωνίας διάσωσης ύψους 240 δισ. ευρώ, η οποία έχει οδηγήσει σε σημαντικά μειωμένα εισοδήματα, σε υψηλότερα κόστη και φόρους, και σε ένα κυρίαρχο αίσθημα ανασφάλειας. Ο κίνδυνος είναι ακόμα βασικότερος: οι θάνατοι είναι περισσότεροι από τις γεννήσεις, ο κόσμος φεύγει από τη χώρα και ο πληθυσμός γερνάει με τόσο γρήγορο ρυθμό που σε λίγες δεκαετίες η Ελλάδα ενδέχεται να αδυνατεί να παράγει αρκετό πλούτο ώστε να διασφαλίσει τον λαό της και ίσως πάψει να είναι βιώσιμο έθνος-κράτος.
«Ο κόσμος τείνει να παραβλέπει τη σημασία του πληθυσμού, αν και τα πάντα ξεκινούν από αυτόν», λέει ο κ.Μιχάλης Παπαδάκης, ομότιμος καθηγητής στατιστικής και ασφαλιστικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, ο οποίος έχει περάσει τη ζωή του μελετώντας το θέμα. «Η δημογραφική μείωση υπονομεύει τις δυνατότητες άμυνας, μειώνει το εργατικό δυναμικό και δημιουργεί εμπόδια στην επιχειρηματικότητα».
Ο ίδιος σημείωσε πως το 2011 ήταν η πρώτη χρονιά που ο αριθμός των κατοίκων της Ελλάδας μειώθηκε (με τους θανάτους να υπερβαίνουν τις γεννήσεις κατά 4.671). Σύμφωνα με τη στατιστική υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το 2012 οι θάνατοι στην Ελλάδα υπερέβησαν τις γεννήσεις κατά 16.300, ενώ από τη χώρα έφυγαν 44.200 περισσότεροι άνθρωποι από αυτούς που ήρθαν σε αυτήν.
Όπως επισημαίνει το άρθρο των NY Times, πολλές χώρες της Ε.Ε. αντιμετωπίζουν παρόμοιο δημογραφικό πρόβλημα και η Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύνολο γηράσκει ταχύτατα. Όμως, ενώ η Ε.Ε. και οι αξιωματούχοι των κρατών αναζητούν τρόπους να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της γήρανσης του πληθυσμού, στην Ελλάδα ο αγώνας για την οικονομική επιβίωση είναι τόσο εξουθενωτικός που κανένας δεν έχει χρόνο να δει τη μεγαλύτερη εικόνα. Στην προσπάθεια να περικόψουν τις δαπάνες και να σταματήσουν τον δανεισμό, οι Έλληνες δεν έχουν καταφέρει να κάνουν εκείνα που θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν τον κόσμο να κάνει παιδιά.
Για παράδειγμα, άλλες χώρες -μεταξύ των οποίων και η εύπορη Γερμανία- επικεντρώνουν την προσοχή τους στην τόνωση της απασχόλησης των νέων, στη διατήρηση του εργατικού δυναμικού και πέραν του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης και στην εύρεση τρόπων ώστε να υπάρξει ισορροπία μεταξύ της οικογενειακής και της εργασιακής ζωής. Στην Ελλάδα όμως, αν και το όριο συνταξιοδότησης έχει αυξηθεί στα 67 χρόνια από τα 65, οι προσπάθειες να μειωθεί ο αριθμός των εργαζομένων στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα τα τελευταία τρία χρόνια εκτιμάται ότι έχουν οδηγήσει 150.000 άτομα σε πρόωρη συνταξιοδότηση (από σύνολο 2,7 εκατ. συνταξιούχων).
Η ανεργία βρίσκεται στο 27,3% (1,4 εκατ. άτομα), ενώ στα άτομα ηλικίας κάτω των 24 ετών ξεπερνά το 60%. Αυτοί που έχουν δουλειά πληρώνονται λιγότερο και πρέπει να πληρώσουν υψηλότερους φόρους - και δεν ξέρουν τι τους φέρνει το αύριο. Ακόμα και οι μετανάστες από το Μπαγκλαντές και το Πακιστάν, που ήρθαν στην Ελλάδα αναζητώντας μια καλύτερη ζωή, φεύγουν από τη χώρα.
Το 2012, ο αριθμός των εργαζομένων στην Ελλάδα ήταν 3,8 εκατ. άτομα, ενώ οι συνταξιούχοι και οι άνεργοι ανέρχονταν σε 4,1 εκατ., σε σύνολο πληθυσμού 11.062.500 ανθρώπων. Όλο και λιγότεροι επωμίζονται το βάρος της προσπάθειας αποφυγής κατάρρευσης της χώρας. Την πτώση κατά 25% του ελληνικού ΑΕΠ από το 2008 αντανακλά η μείωση του εισοδήματος των κατοίκων, αλλά και η ανάγκη του κράτους να πάρει όσα περισσότερα μπορεί από αυτούς, με αποτέλεσμα ελάχιστοι να έχουν διαθέσιμο εισόδημα, ενώ άλλοι αναγκάζονται να χρησιμοποιήσουν τις καταθέσεις τους για να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους.
Αρκετές ευρωπαϊκές χώρες αντιμετωπίζουν προκλήσεις από το γεγονός ότι οι κάτοικοί τους ζουν περισσότερο, έχουν λιγότερα παιδιά και μετακομίζουν στο εξωτερικό. Δεν είναι μόνο όσες πλήττονται από υψηλό χρέος, όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Ιταλία και η Ισπανία, σημειώνουν οι NY Times. Το πρόβλημα του υψηλότερου κόστους ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και συνταξιοδότησης για έναν πληθυσμό που γηράσκει είναι προϊόν της διαδεδομένης ευημερίας και των υψηλών επιπέδων ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και κοινωνικής ασφάλισης - χάρες που χώρες όπως η Ελλάδα ανακάλυψαν μόνο μετά την ένταξή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην Ιρλανδία, ο ισχυρός ρυθμός μετανάστευσης προς το εξωτερικό το 2012 αντισταθμίστηκε από έναν ισχυρό ρυθμό γεννήσεων. Αλλού η μετανάστευση από το εξωτερικό αντιστάθμισε τους χαμηλούς ρυθμούς γεννήσεων. Στην Ελλάδα, όμως, ο ήδη μειωμένος ρυθμός γεννήσεων και η μετανάστευση στο εξωτερικό -και από άτομα με υψηλή εξειδίκευση όπως γιατροί και μηχανικοί- είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του πληθυσμού.
Σύμφωνα με τον κ. Παπαδάκη, αν και δεν υπάρχει ακόμα δημοσιευμένη έρευνα για το θέμα, υπάρχει μια τάση οι άνθρωποι να παντρεύονται σε μεγαλύτερη ηλικία και στη συνέχεια να καθυστερούν να γεννήσουν. Τα πιο πρόσφατα στατιστικά στοιχεία για την Ελλάδα δείχνουν ότι ο αριθμός των γάμων μειώθηκε από τους 59.212 το 2009 (την πρώτη χρονιά όπου άρχισε να γίνεται αισθητή η επίπτωση της κρίσης) στους 55.099 το 2011.
Σύμφωνα με την κ. Μαριλένα Καπιδάκη, γυναικολόγο, από τους πελάτες της, αυτοί που παντρεύονται συνήθως αποφασίζουν να κάνουν παιδιά, όμως περιορίζονται στο ένα παιδί. «Δεν θα με εξέπληττε εάν ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού υποχωρούσε ακόμα περισσότερο κατά τη διάρκεια της κρίσης», ανέφερε. Σύμφωνα με τα τελευταία στατιστικά, του 2011, οι Έλληνες κατά μέσο όρο αποκτούν 1,4 παιδιά, πολύ χαμηλότερο επίπεδο από το 2,1 που απαιτείται για να αναπληρωθεί η προηγούμενη γενιά. «Πολλά έχουν αλλάξει από το 2010», τονίζει η ίδια.
Ακόμα και χωρίς τη στατιστική επιβεβαίωση, η τάση είναι εμφανής. Ορισμένα μαιευτήρια έχουν κλείσει πτέρυγες και τις έχουν παραχωρήσει σε άλλες ειδικότητες, ενώ πολλά σχολεία στις περιφέρειες και στα νησιά έχουν ελάχιστους μαθητές. Στα χωριά, οι γηραιότεροι είναι περισσότεροι από τους ντόπιους και μετανάστες εργάσιμης ηλικίας.
Το πιο τρομακτικό στοιχείο είναι μια πρόβλεψη της Eurostat σύμφωνα με την οποία το 2050 το 32,1% του ελληνικού πληθυσμού θα έχει ηλικία μεγαλύτερη των 65 ετών, από 16,6% που ήταν το 2000. Και αυτή η πρόβλεψη έγινε το 2007, πριν η κρίση πλήξει τον ελληνικό πληθυσμό. Οι νέες προβλέψεις πιθανότατα θα είναι πολύ χειρότερες.
Ωστόσο -καταλήγει το άρθρο των NY Times- η Ελλάδα έχει δύο ισχυρούς λόγους να ελπίζει. Έχει μια δυναμική και ευημερούσα διασπορά, κυρίως στις ΗΠΑ και στην Αυστραλία, ενώ η συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί πυλώνα στήριξης σήμερα, όμως, με τα ανοικτά της σύνορα είναι επίσης πιθανή εστία μετανάστευσης. Εάν μπορέσουμε να κρατήσουμε σταθερή τη χώρα κατά τη διάρκεια της κρίσης και εργαστούμε προς τη δημιουργία αισιοδοξίας και ευκαιριών για εμάς, τότε θα έρθει και ο κόσμος.
Source: euro2day.gr